- μπεκατσόνι
- bécassine
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
ακτίτης — I Αυτός που κατοικεί στην ακτή, στην παραλία. Επίσης, το πεντελικό μάρμαρο ή ο λίθος που προέρχεται από την πειραϊκή ακτή. (Ορυκτ.) Σκληρός, υπόλευκος ασβεστόλιθος που περιέχει απολιθώματα θαλάσσιων μαλακίων. Βρίσκεται στην Αττική (Ακτή παλαιά,… … Dictionary of Greek
μπεκατσίνι — (capella gallinago). Πουλί της οικογένειας των σκολοπακιδών, της τάξης των χαραδριόμορφων. Τυπικό των ελωδών ζωνών, το γένος capella (γαλλινούλη) είναι διαδεδομένο σε όλες τις ηπείρους, εκτός από την Αυστραλία. Το μ. είναι όμοιο με τη μπεκάτσα,… … Dictionary of Greek